Η πολιτική νίκησε ξανά τον αθλητισμό, όπως τον οραματίστηκαν ο Βικέλας και ο Κουμπερτέν, διχάζοντας τον πλανήτη, οξύνοντας τα μίση κι εξοντώνοντας αθλητές
● Το μεγαλειώδες όραμα του Δημήτριου Βικέλα και του Πιερ ντε Κουμπερτέν για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896 ήταν για έναν κόσμο ενωμένο, όχι χωρισμένο και σπασμένο σε δύο και τρία κομμάτια. Οι πέντε ολυμπιακοί κύκλοι πάνω στη λευκή σημαία συμβολίζουν ακριβώς αυτή τη διάθεση, ο πλανήτης να γίνει ένα, έστω γι’ αυτές τις δύο εβδομάδες της διοργάνωσης. Μια πανανθρώπινη γιορτή που θα σβήνει τη σκιά των πολέμων, πετυχαίνοντας εκεχειρία για χάρη του αθλητικού ιδεώδους.
Ομως, στο Παρίσι δεν θα είναι ακριβώς πέντε οι κύκλοι. Και σίγουρα δεν θα είναι ολόκληροι. Το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της Γης, καλύπτοντας πάνω από το 1/8 της παγκόσμιας κατοικήσιμης γης, εξοστρακίστηκε λόγω πολιτικών συμφερόντων. Η Δύση, που ελέγχει τη ΔΟΕ και τους χορηγούς των Ολυμπιακών Αγώνων, αποφάσισε να πετάξει εκτός αγώνων τη Ρωσία, τη 9η σε πληθυσμό χώρα. Μαζί της και η Λευκορωσία. Και δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν τέτοιοι αποκλεισμοί.
Η ΔΟΕ τιμώρησε τους Ρώσους αθλητές για την εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία, σαν να είναι οι ολυμπιονίκες της χώρας αυτοί που αποφάσισαν τη στρατιωτική επέμβαση. Για να επιτρέψει σε ελάχιστους εξ αυτών την συμμετοχή, ζήτησε εξευτελιστικές προϋποθέσεις και δηλώσεις… μεταμέλειας. Οι Ρώσοι και οι Λευκορώσοι αθλητές επιτρέπεται να αγωνιστούν μόνο αυτόν τον μήνα ως «ουδέτεροι», χωρίς εθνικές σημαίες και ύμνους. Η ΔΟΕ ζήτησε να υπογράψουν ότι δεν υποστηρίζουν ενεργά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και δεν έχουν δεσμούς με τους στρατούς των χωρών τους.
Σαν να ήταν οι αθλητές αυτοί που αποφάσισαν τον πόλεμο παίρνοντας τα όπλα. Στο πλαίσιο των αντιποίνων, το Κρεμλίνο αποφάσισε να μη μεταδοθεί από τη ρωσική τηλεόραση η διοργάνωση – για πρώτη φορά από το Λος Αντζελες το 1984.
Ο ιστότοπος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής έδειξε ότι μόνο 16 Ρώσοι και 17 Λευκορώσοι είχαν αποδεχτεί μέχρι και τις παραμονές της διοργάνωσης τις προσκλήσεις για να αγωνιστούν υπό ουδέτερο πανό στο Παρίσι. Στο Τόκιο το 2020, που και πάλι η Ρωσία ήταν στο στόχαστρο για ντόπινγκ όπως και το 2016, ήταν 330 οι Ρώσοι αθλητές και 104 οι Λευκορώσοι.
Η διεθνής κοινότητα, με μπροστάρη συχνά τον αποτυχημένο διπλωματικά Μακρόν, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει εκεχειρία ούτε καν γι’ αυτές τις δύο εβδομάδες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται με ακόμα πιο έντονους ρυθμούς, ενώ στη Γάζα το αίμα ρέει. H Παλαιστίνη δεν είναι αναγνωρισμένο κράτος, αλλά έχει… ολυμπιακή επιτροπή. Θα συμμετέχουν, δηλαδή, οκτώ αθλητές από μια «χώρα-φάντασμα». Οι Παλαιστίνιοι ζήτησαν τον αποκλεισμό του Ισραήλ παραμονές έναρξης των Αγώνων, αίτημα που απορρίφθηκε άνευ συζήτησης. Το ίδιο διάστημα το Ισραήλ προειδοποίησε για πιθανές ενέργειες τρομοκρατών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Ολυμπιακοί Αγώνες, αντί να ενώνουν τον κόσμο μέσω του αθλητισμού, τον αποξενώνουν, με θύματα τους αθλητές που πληρώνουν πολιτικές αποφάσεις των κρατών τους και γεωστρατηγικές συμμαχίες. Το μόνο, όμως, που ενδιαφέρει τους… «αθάνατους» της ΔΟΕ είναι να διατηρηθούν η βιτρίνα και το πρεστίζ της διοργάνωσης, έστω κι αν καταντά ένα σόου Eurovision, ώστε να αυξάνονται τα έσοδα των χορηγών.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν ταλαιπωρηθεί από προβλήματα ντόπινγκ και αποσύρσεις ομάδων, από μποϊκοτάζ, όπως και από κόκκινες κάρτες της ΔΟΕ σε ολόκληρες αποστολές κρατών. Τα βαθιά αίτια αυτών των ακραίων καταστάσεων εντοπίζονται αποκλειστικά στα πολιτικά παιχνίδια. Αλλωστε, για την εκεχειρία δεν φαίνεται ότι προσπαθεί ή νοιάζεται πια κανείς.
Τα μποϊκοτάζ σε Μόσχα και Λος Άντζελες
Τα δύο μεγάλα μποϊκοτάζ του 1980 και του 1984 αμαύρωσαν διαπαντός την ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Τα αίτια για να μποϊκοταριστούν οι διοργανώσεις της Μόσχας και αμέσως μετά του Λος Αντζελες ήταν καθαρά πολιτικά.
Η εισβολή των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν το 1979 προκάλεσε αντιδράσεις στη Δύση. Το κίνημα διαμαρτυρίας χωρών έγινε μαζικό, με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες που κινούσαν τα νήματα. Η διοργάνωση της ΕΣΣΔ βρέθηκε άμεσα σε κίνδυνο.
Η δυναμική των Ολυμπιακών Αγώνων και η διεθνής τους απήχηση χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο πίεσης στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ Δύσης – Ανατολικού Μπλοκ. Στις 20 Ιανουαρίου 1980 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ έδινε διορία ενός μήνα στο Κρεμλίνο για αποχώρηση των στρατευμάτων της Σοβιετικής Ενωσης από το Αφγανιστάν. Διαφορετικά, προειδοποιούσε ο πλανητάρχης, «η αμερικανική αποστολή δεν πρόκειται να ταξιδέψει στη Μόσχα».
Η ΔΟΕ άρχισε πυρετώδεις διαπραγματεύσεις με την ηγεσία της ΕΣΣΔ, αλλά τα αποτελέσματα ήταν μάλλον πενιχρά. Να σημειωθεί ότι η Μόσχα είχε κερδίσει τη διοργάνωση μετά τη σχετική ψηφοφορία των «αθανάτων» από το Λος Αντζελες, με συνέπεια η κόντρα, και σε αθλητικό επίπεδο, να έχει αρχίσει αρκετά νωρίτερα.
Συνολικά 65 χώρες δεν πήραν μέρος στους αγώνες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, η Δυτ. Γερμανία, η Τουρκία, η Κίνα, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, η Αργεντινή κ.ά. Μια σημαντική παράμετρος αφορούσε το μποϊκοτάζ και από 28 μουσουλμανικές χώρες. Κι αυτό επειδή η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν θεωρήθηκε επίθεση σε όλο το Ισλάμ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα τα αντίποινα έπληξαν αυτή τη φορά τους αγώνες στο Λος Αντζελες. Για δεύτερη σερί φορά η κορυφαία αθλητική διοργάνωση στον κόσμο θα ήταν κουτσουρεμένη.
Λίγους μήνες πριν από την έναρξη της διοργάνωσης η ΕΣΣΔ ανακοίνωσε, όπως αναμενόταν από πολύ νωρίτερα, να μην πάρει μέρος στους αγώνες. Η πλειοψηφία των χωρών του ανατολικού μπλοκ, συμπεριλαμβανομένης και της πανίσχυρης τότε Ανατολικής Γερμανίας, πειθάρχησε στις εντολές του Κρεμλίνου, με εξαίρεση τη Γιουγκοσλαβία, την Κίνα και τη Ρουμανία.
Οι Σοβιετικοί επικαλέστηκαν λόγους ασφαλείας, κυρίως. Επρόκειτο, όμως, για μια καθαρά πολιτική πράξη-ρεβάνς σε σχέση με το 1980. Οι χώρες που δεν πήγαν στο Λος Αντζελες ήταν η ΕΣΣΔ, η Βουλγαρία, η Ανατολική Γερμανία, η Μογγολία, το Βιετνάμ, το Λάος, η Τσεχοσλοβακία, το Αφγανιστάν, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Κούβα, η Νότια Υεμένη, η Βόρεια Κορέα, η Αιθιοπία, η Αγκόλα, η Αλβανία, το Ιράν και η Λιβύη.
Και στο Μόντρεαλ
Συνήθως, αναφέρονται αυτά τα δύο μποϊκοτάζ, όμως είχε προηγηθεί άλλο ένα. Το 1976, στους αγώνες του Μόντρεαλ, όταν 35 χώρες αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στους Ολυμπιακούς. Αιτία, η περιοδεία της ομάδας ράγκμπι της Ν. Ζηλανδίας στη Ν. Αφρική του Απαρτχάιντ και η αδράνεια της ΔΟΕ.
Το μποϊκοτάζ έγινε κυρίως από αφρικανικές χώρες, όπως η Αλγερία, το Καμερούν, η Αιθιοπία, η Αίγυπτος, η Κένυα, το Μαρόκο, η Τανζανία κ.α. Συνολικά 35 κράτη αρνήθηκαν να στείλουν αποστολή στους αγώνες.
ΔΟΕ: Σκληρές κυρώσεις και «κόκκινες κάρτες»
Οι αποκλεισμοί ολυμπιακών αποστολών ολόκληρων χωρών δεν είναι κάτι ασυνήθιστο για τα δεδομένα της ΔΟΕ και των Ολυμπιακών Αγώνων. Σκληρές κυρώσεις έχουν επιβληθεί κατά το παρελθόν, κυρίως για πολεμικούς ή πολιτικούς λόγους.
Η πρώτη φορά που σε μια χώρα δεν επιτράπηκε η συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν το 1920. Στους αγώνες στην Αμβέρσα η Γερμανία δεν έδωσε το «παρών» λόγω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που η ίδια είχε προκαλέσει. Ηταν μια κύρωση της ΔΟΕ, ανεξάρτητη με τον αθλητισμό. Την ίδια χρονιά αποκλείστηκαν από τη διοργάνωση και η Αυστρία, η Ουγγαρία, όπως και η Τουρκία για τους ίδιους λόγους.
Το ίδιο ίσχυσε και το 1924, ξανά για τη Γερμανία, αλλά τούτη τη φορά μόνο γι’ αυτήν. Ανάλογες συνθήκες επικράτησαν και μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το 1948, στο Λονδίνο, δεν αγωνίστηκαν αθλητές από τη Γερμανία, αλλά και την Ιαπωνία, που συν τοις άλλοις είχε πληγεί στο τέλος του πολέμου από τις ατομικές βόμβες των Αμερικανών σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι.
Η επόμενη τιμωρία αποκλεισμού ήταν το 1964 στη Ν. Αφρική για το Απαρτχάιντ, για να ακολουθήσουν το 1968 οι δύο Κορέες και η Ροδεσία. Η τελευταία αποκλείστηκε και στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1972 και το 1976 (μαζί με την Ταϊβάν).
To 2000 ήταν η σειρά του Αφγανιστάν να αποκλειστεί από τους αγώνες στο Σίδνεϊ. Το 1999, δύο χρόνια πριν από το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους, η ΔΟΕ τιμώρησε το Αφγανιστάν, λόγω των βαρβαροτήτων που έκαναν οι Ταλιμπάν στις γυναίκες.
Οι τρεις τελευταίες περιπτώσεις, με τιμωρίες περί Ολυμπιακών Αγώνων, ήταν είτε από τις παγκόσμιες ομοσπονδίες είτε από τη ΔΟΕ και αφορούσαν τη Β. Κορέα στη γυμναστική το 2012, την Ινδία το 2014 συνολικά, αλλά και τη Βουλγαρία εν όψει Ρίο, λόγω σκανδάλων ντόπινγκ στο άθλημα της άρσης βαρών.
Καμπάνες που, ωστόσο, δεν επηρέασαν τελικά τη συμμετοχή ομάδων στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αφού στο μεταξύ ανεστάλησαν, έχουν επιβληθεί για τη μη τήρηση των κανόνων του ολυμπιακού χάρτη (κρατικές παρεμβάσεις κ.ά.) στην Βενεζουέλα το 1993, στο Ιράκ το 2003-2004, στον Παναμά κατά την περίοδο 2007-2008, στο Κουβέιτ κατά την περίοδο 2010-2012 και ξανά το 2015, όπως και στην Γκάνα το 2011.
Αποχωρήσεις, αποκλεισμοί και πιέσεις
Η Βουλγαρία έγινε η πρώτη χώρα που είδε αθλητές της να αποχωρούν ντροπιασμένοι από τους Ολυμπιακούς Αγώνες λόγω χρήσης ουσιών ντόπινγκ. Δεν ήταν, όμως, και η μοναδική φορά.
Το 1988 στη Σεούλ και παρότι όλα τα φώτα έπεσαν στο κρούσμα του Μπεν Τζόνσον με στανοζολόλη στα 100 μ., η Βουλγαρία αντιμετώπισε πολύ σοβαρά προβλήματα λόγω αναβολικών. Δυο Βούλγαροι χρυσοί ολυμπιονίκες, ο Μίτκο Γκράμπνεφ και ο Ανγκελ Γκέντσεφ, βρέθηκαν θετικοί στα τεστ αντιντόπινγκ μετά τη νίκη τους.
Η βουλγάρικη Εθνική ομάδα άρσης βαρών αναγκάστηκε να αποσυρθεί άρον άρον από τους αγώνες, ύστερα από πιέσεις της ΔΟΕ. Οι δύο αρσιβαρίστες είχαν βρεθεί θετικοί στη φουροσεμίδη, ένα διουρητικό που χρησιμοποιούνταν ως «μάσκα» για να κρύψει τη χρήση στεροειδών αναβολικών.
Κάτι αντίστοιχο έγινε το 2000, όταν και πάλι ύστερα από διαδοχικά κρούσματα στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Σίδνεϊ η Βουλγαρία αποχώρησε από την άρση βαρών. Το 2008, όταν πριν από το Πεκίνο βρέθηκαν ντοπέ 11 Βούλγαροι αρσιβαρίστες, η ομάδα αποκλείστηκε εγκαίρως από την Παγκόσμια Ομοσπονδία και δεν συμμετείχε στους Ολυμπιακούς.
Αντίστοιχη ποινή λόγω ντόπινγκ έχει επιβληθεί πάλι για τη Βουλγαρία και ξανά για το ίδιο άθλημα και για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Ρίο. Αλλη παρόμοια περίπτωση με τόσα πλήγματα δεν υπάρχει για χώρα σε ένα συγκεκριμένο άθλημα. ●
#np2024 #PDM2882