Σέ ποιά χώρα ζοῦμε τελικά; Μά, στήν χώρα τῶν ποιητῶν, τῶν συγγραφέων, τοῦ ἥλιου, τῆς θάλασσας!
Στήν χώρα πού θαυμάζουν οἱ ξένοι, ἀλλά ταυτόχρονα τήν ὑπονομεύουν ἐπειδή «δέν ἔχουν δικό μας γαλάζιο» ἤ «ἐπειδή ἐκεῖνοι τόν χειμῶνα βλέπουν μόνο λίγες ὧρες τό φῶς» ἤ «ἐπειδή ἐμεῖς εἴμαστε ὁ περιούσιος λαός, τό “ἔθνος ἀνάδελφον”». Δέν ἔχω τήν εὐφράδεια τῆς «ἀρχόντισσας τῆς Ἐπιδαύρου», γιά νά βγῶ στήν ὀρχήστρα καί νά πῶ ἐκεῖνα πού μοῦ ’ρχονται ἐτούτη τήν ὥρα γι’ αὐτή τήν πανέμορφη, πεντάμορφη χώρα! Ὄπα, ἔκανα καί ρίμα στά καλά καθούμενα!..
Ἄν τήν εἶχα, ποιός ξέρει τί θά ξεστόμιζα! Ἀρκοῦμαι στό νά διαπιστώσω ὅτι ἀκόμη καί μιά πυρκαϊά, μέ ἑπτά μπωφόρ ἄνεμο, πού ἀλλάζει κάθε τόσο κατεύθυνση, σέ περιοχές πευκόφυτες τῆς Ἀττικῆς, οἱ ὁποῖες καίγονται σχεδόν κάθε καλοκαίρι, ἀλλά ξαναγεμίζουν μέ εὔφλεκτα κωνοφόρα, ἀντιμετωπίζεται μέ ὅρους κομματικούς! Ὠρύονται τά ξέφτια, ἄρτι χάσαντα αὐγά καί πασχάλια καί ὄχι «πρώτη φορά», καί φασκελώνουν μεγαλοπρεπῶς τούς κατακαμένους μέ τήν γνωστή ἀηδῆ ἐπωδό «τί ψηφίσατε ρέ μαλ…» καί οἰκτίρουν τό «σαρανταταεκατό» πού ψήφισε τήν παράταξη ἐκείνη ἡ ὁποία (παρά τό ὅτι κέρδισε ἕνα συνηθισμένο γι’ αὐτήν ποσοστό) μάζεψε περισσότερους πόντους ἀπό ὅσους τά τρία κόμματα πού ἀκολούθησαν μαζί! Λές καί περίμεναν νά πιάσουνε οἱ ζέστες καί νά ἔχουμε φωτιές, γιά νά ἐκφρασθοῦν σάν τούς ὀργανωμένους τῶν ὁμάδων πού δέν ἡττῶνται συστηματικά καί χαίρονται μόνο μέ τήν συμφορά τῶν ἄλλων! Ἄν ἦταν μαζεμένοι σέ γήπεδο ἤ ἀρένα, θά φώναζαν «γκόοολ» κάθε στιγμή πού θά λαμπάδιαζε ἕνα σπίτι! Ὅπως φώναζε χθές ἕνας ξυλοσχίστης ρεπόρτερ ἑνός τρομολάγνου διαύλου: «Ἕνα σπίτι! Νά, καίγεται ἕνα σπίτι!». Λές καί εἶχε βάλει γκόλ ἡ ὁμάδα του καί πανηγύριζε, πού, ἐπί τέλους, οἱ κόποι του καί ἡ «πάλη μέ τήν φωτιά» ἐπιβραβευόταν, ἀφοῦ –μέ τήν βοήθεια τοῦ θεοῦ τῆς κάμερας– καιγόταν, ἐπί τέλους, τό σπίτι. Ἀπό τί εἴμαστε τελικά πλασμένοι;
Κι ὕστερα, εἶδα μιά δημοσίευση ἑνός ἀνθρώπου πού πάλευε καί ὁ ἴδιος νά σώσει τό σπίτι του στό Λαγονῆσι. «Μετά ἀπό 15 ὧρες, σέ πύρινο κλοιό, μιά πραγματική κόλαση Δαντικοῦ περιβάλλοντος ἕνα περιβάλλον πού θύμιζε εἰκόνες ἀπό τό “Μάτι”, ὅπως τίς εἶχα δεῖ στήν τηλεόραση. Ἐγκαταλείψαμε τά σπίτια μας, μέ τήν φωτιά στά 100 μέτρα, χωρίς νά ξέρουμε τί θά βλέπαμε τήν ἑπόμενη ἡμέρα. Σήμερα εἴμαστε καλά καί τό σπίτι μας, ὅπως τό ἀφήσαμε.
Βαθειά εὐγνωμοσύνη, στήν Πολιτική Προστασία, τήν Πυροσβεστική, τήν Ἀστυνομία, στούς ἐθελοντές καί τίς φιλοζωικές ὀργανώσεις. Ἔχω ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στό Κράτος μας, στίς ὑπηρεσίες του, ἀλλά θέλω νά κάνω μιά εἰδική μνεία, σέ αὐτά τά ὑπέροχα παιδιά τῆς προσφορᾶς, τούς Ἐθελοντές. Ὑπόδειγμα ἀνθρωπισμοῦ καί ἐλπίδας, ὅτι οἱ κοινωνίες οἱ δικές τους θά εἶναι καλύτερες ἀπό τίς δικές μας. Μήν μετρᾶτε ποτέ πόσα σπίτια κάηκαν, ἀλλά πόσοι ἄνθρωποι γλύτωσαν καί πόσα σπίτια καί περιουσίες προστατεύθηκαν. Ἕνα μεγάλο “Κατηγορῶ”, γιά τίς Δημοτικές Ἀρχές καί τούς ἐγκληματικά ἀνέμελους συμπολῖτες μου: Εὔχομαι νά μήν τό ζήσετε ποτέ, γιατί τότε θά ἀναθεωρήσετε πολλές ἀρνητικές κριτικές, ἀπό τόν καναπέ πού συνήθως κάνουμε ὅλοι μας».
Ἀποκαλύπτομαι…