Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ δεν προκαλούν έκπληξη. Σε γενικές γραμμές ήταν αναμενόμενες εδώ και πολύ καιρό. Ιδιαίτερα, μάλιστα, από τη στιγμή που στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου δεν μπόρεσε να πιάσει τον, ούτως ή άλλως, χαμηλό πήχη του 17% των δεύτερων εθνικών εκλογών του 2023, δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη προσπάθεια για να καταλάβει κανείς πού θα οδηγούνταν τα πράγματα.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ύστερα από μια μακρά περίοδο αποσύνθεσης, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους διάλυσης. Το τραγικό είναι ότι όλοι οι πρωταγωνιστές του πρωτοφανούς τραγέλαφου που βρίσκεται σε εξέλιξη κάνουν ο,τι μπορούν -ανεξάρτητα από το τι λένε δημοσίως- για να επιταχύνουν και να επισφραγίσουν -στο όνομα της «ενότητας»- αυτή τη διάλυση. Οι στρατηγικές που έχει καθένας εξ αυτών, όπως και κάθε εσωκομματικό στρατόπεδο και φράξια, είναι πια διαφορετικές, είτε σε προσωπικό είτε σε πολιτικό επίπεδο, με ελάχιστα έως μηδενικά σημεία σύγκλισης μεταξύ τους. Κατά συνέπεια, και η συνύπαρξή τους, τουλάχιστον όπως ήταν όλα τα προηγούμενα χρόνια, με τα συν και με τα πλην, πρέπει να θεωρείται πλέον αδύνατη. Μάλιστα, εκτός από τις πολιτικές διαφορές, έχει χαθεί πλέον και κάθε έννοια ψυχικού δεσμού μεταξύ των στελεχών, από την ηγεσία έως τις χαμηλότερες βαθμίδες και τη βάση. Κι αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό. Το ραγισμένο γυαλί έσπασε για τα καλά, προκαλώντας και μεγάλο θόρυβο.
Αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς ποια θα είναι ακριβώς τα επόμενα επεισόδια στο σίριαλ αυτής της διάλυσης ούτε πιο σασπένς θα προσφέρουν, ακόμα και με στοιχεία (πολιτικής) γραφικότητας. Ενδεχομένως η πορεία να είναι βασανιστική και ολοένα πιο εξευτελιστική. Από αυτή την άποψη, ενδεχομένως, θα ήταν πολιτικά πιο γενναίο και ίσως αναγκαίο, αφού διαφωνούν σε όλα, να συμφωνήσουν τουλάχιστον σε κάτι. Χωρίς αυτά τα θλιβερά δημόσια ξεκατινιάσματα, να συνυπογράψουν το «διαζύγιό» τους και καθένας να πάρει τον δρόμο του. Αλλωστε, θα πρέπει να απαντηθεί επί τη ευκαιρία και το ερώτημα εάν όντως ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη μορφή και τα χαρακτηριστικά που είχε ιδιαίτερα την τελευταία δεκαπενταετία, έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Και ο κίνδυνος να «επιστρέψει» στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 ως «γκρουπούσκουλο», κατά την αργκό του χώρου, είναι ήδη ορατός, άσχετα από το εάν θα κρατήσει την καρέκλα του αρχηγού ο Κασσελάκης, του την πάρει ο Πολάκης ή κάποιος άλλος.
Θα υπάρξει κενό; Ασφαλώς όχι. Οπως το απεχθάνεται η φύση, το απεχθάνεται και η (πολιτική) ζωή. Αυτό που, μάλιστα, έχει σημασία είναι να μην αργήσει να καλυφθεί το κενό για να μπορέσει να επανέλθει, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, όσο γίνεται ταχύτερα η ισορροπία στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Το επιτάσσουν και τα μείζονα προβλήματα της χώρας και της κοινωνίας, σε όλους τους τομείς.
#np2024 #PDM2882