Οι συνομιλίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς επιβεβαίωσαν το πλήθος αντιφάσεων στις διμερείς σχέσεις, δυσχεραίνοντας την υλοποίηση των στόχων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στην ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια.
Η κορυφαία αντίφαση εντοπίζεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο κ. Μητσοτάκης έχει πετύχει μεν από πέρυσι τον Οκτώβριο (και πρέπει να του πιστωθεί) να άρει τις αρχικές τεράστιες επιφυλάξεις του κ. Σολτς για προσωπική εμπλοκή του στις προσπάθειες εδραίωσης ηρεμίας στο Αιγαίο, αλλά ουσιαστικά δεν άλλαξε η γερμανική θεώρηση για τον ρόλο της Αγκύρας. Ο καγκελάριος εξακολουθεί να πιστεύει πως η Ε.Ε., η Αθήνα και η Λευκωσία οφείλουν να δείχνουν ανοχή στην πολιτική επεκτατισμού του προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν με το σκεπτικό ότι, διαφορετικά, η Τουρκία θα απομακρυνθεί περισσότερο από τη Δύση.
Σε αυτό το πλαίσιο, όπως σημειώνουν έγκυρες πηγές, ο κ. Σολτς επιδίωξε στις αρχές του καλοκαιριού να πείσει τον κ. Ερντογάν ότι, αν αναλάμβανε δεσμεύσεις σε κρίσιμα θέματα των γερμανοτουρκικών και ευρωτουρκικών σχέσεων, θα εξασφάλιζε ως αντάλλαγμα στήριξη του Βερολίνου και των Βρυξελλών σε δικές του επιδιώξεις. Ως συνήθως, αν και ο Τούρκος πρόεδρος δεν ανέλαβε -τελικά- καμία δέσμευση, η Γερμανία και η Ε.Ε. συνεχίζουν τη δεκτικότητά τους ως προς τα αιτήματά του. Ακόμα και στο φλέγον ζήτημα του -ελλαδικού και κυπριακού- θαλάσσιου διαδρόμου μεταφοράς ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, η γερμανική κυβέρνηση εγκωμιάζει λεκτικά την πρωτοβουλία, χωρίς να στηρίζει την ταχεία υλοποίησή της υπό τον φόβο διατάραξης των ισορροπιών με την Τουρκία.
Παράλληλα, παρά τους πανηγυρισμούς περί συναντίληψης στο Μεταναστευτικό, το Βερολίνο δηλώνει μόνο απλή πρόθεση μελλοντικής στήριξης του αιτήματος της Αθήνας για μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια και αλληλεγγύη από την Ε.Ε. Ταυτόχρονα, ο κ. Σολτς απαιτεί την επιστροφή στην ελληνική επικράτεια άνω των 30.000 κατόχων νόμιμων εγγράφων παραμονής και ασύλου που μετεγκαταστάθηκαν στη χώρα του. Υποβαθμίζει ακόμα και τις αποφάσεις γερμανικών δικαστηρίων υπέρ του δικαιώματός τους για ελεύθερη διακίνηση εντός της Ε.Ε. και πρόσβαση σε καλύτερες δομές υγείας και πρόνοιας. Στο διπλωματικό παρασκήνιο λέγεται πως ο κ. Σολτς (με μεγάλη πείρα στο Εργατικό Δίκαιο και σε θέματα απορρόφησης ξένων εργαζομένων) έχει μιλήσει, εδώ και καιρό, ξεκάθαρα και κυνικά προς τον κ. Μητσοτάκη. Το μήνυμά του ήταν ότι το Βερολίνο θα αποφεύγει τις δημόσιες αναφορές στην απαίτηση επιστροφής των άνω των 30.000 αναγνωρισμένων «ασυλούχων», ώστε να μην προκληθεί αντιγερμανικό κλίμα στην Ελλάδα, αλλά σε κάθε περίπτωση ο πρωθυπουργός οφείλει να ικανοποιήσει το αίτημα. Ο κ. Μητσοτάκης ήταν απόλυτα αρνητικός, αλλά ορισμένοι συνεργάτες του κρίνουν πως η ελληνική πλευρά δεν πρέπει να παραμείνει απορριπτική επί μακρόν.
Όμως διάσταση απόψεων καταγράφεται και για τις εξελίξεις στα Βαλκάνια. Η Αθήνα είχε θεωρήσει πως τα επεισόδια στο Κόσοβο, τον περασμένο Ιούνιο, προκλήθηκαν μόνο από ομάδες μαφιόζων χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις από το Βελιγράδι. Οι γερμανικές πληροφορίες ήταν αντίθετες (και αποδόθηκαν στις γνωστές αντισερβικές εμμονές), αλλά αργότερα επιβεβαιώθηκαν από τις ΗΠΑ. Δυσμενέστατες είναι και οι επιπτώσεις της άκρατης γερμανικής στήριξης προς τον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα, η οποία δεν επηρεάστηκε από τις ελληνικές παραστάσεις για την υπόθεση Μπελέρη, αφού το Βερολίνο επικαλείται την προτεραιότητα στήριξης της ηγεσίας των Τιράνων προς αποτροπή της ρωσικής διείσδυσης στα Βαλκάνια.
Πέραν αυτών, αγνοείται συστηματικά το ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων και της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου. Εκτός από τη στάση του κ. Μητσοτάκη, που προφανώς δεν μπορεί να διακινδυνεύσει μια ρήξη στις σχέσεις με το Βερολίνο, ενδεικτικό είναι ένα περιστατικό από τις συνομιλίες της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου με τον κ. Σολτς στις αρχές του έτους. Όταν η Πρόεδρος απλώς άρχισε να περιγράφει το θέμα, ο καγκελάριος διέκοψε τη συνάντηση λέγοντας ότι έπρεπε να προλάβει μία πτήση για το εξωτερικό! Η κυρία Σακελλαροπούλου δεν αντέδρασε.
#np2023 #PDM2882