#mazimprosta

Κίνα: Ο «αυτοκράτορας» Σι σε έναν κόσμο που αλλάζει βίαια

Η «ομόφωνη» επανεκλογή του Σι Τζινπίνγκ για τρίτη συνεχόμενη θητεία στην ηγεσία της ανερχόμενης υπερδύναμης δεν ισοδυναμεί με συνέχεια, αλλά σηματοδοτεί το άνοιγμα μιας νέας σελίδας, απρόβλεπτης και επικίνδυνης.

Ο Σι Τζινπίνγκ, όπως άλλωστε αναμενόταν, σφράγισε την απόλυτη ηγεμονία του στην Κίνα, με την «ομόφωνη» έγκριση των αντιπροσώπων στο 20ο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Πλέον, ο επί δέκα χρόνια ηγέτης μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον θρυλικό Μάο Τσετούνγκ. Μόνο που για να σταθεί επάξια και ισότιμα δίπλα του στο κάδρο της ιστορίας, δεν αρκούν τα όσα έχει ήδη καταφέρει.

Οι οργανωτικοί στόχοι επιτεύχθηκαν

Είναι αλήθεια ότι ο Σι πέτυχε να εξολοθρεύσει όλους τους επίδοξους αντιπάλους του, συγκροτώντας ένα ανώτατο καθοδηγητικό όργανο – το Πολιτικό Γραφείο και, κυρίως, την πανίσχυρη Διοικούσα Επιτροπή του (από όπου, για πρώτη φορά εδώ και 25 χρόνια, απουσιάζουν πλήρως οι γυναίκες) – που αποτελείται αποκλειστικά από «yes men», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν πολλά διεθνή ΜΜΕ.

Επιπλέον, ουδείς από τους συμμετέχοντες έχει ηλικία τέτοια που θα του επέτρεπε να θέσει υποψηφιότητα για να διαδεχθεί τον Σι στο επόμενο συνέδριο, το οποίο θα διεξαχθεί (υπό κανονικές συνθήκες) το 2027. Κι αυτό διότι τότε θα έπρεπε να είναι κάτω των 67 ετών, καθώς η εξαίρεση που έγινε αφορά αποκλειστικά τον 69χρονο Σι.

Με την επιδεικτική δε απομάκρυνση από το συνέδριο, λίγο πριν τις τελικές ψηφοφορίες, του προκατόχου του, Χου Ζιντάο, ο οποίος καθόταν στα αριστερά του προέδρου, έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλους ότι δεν έχουν θέση δίπλα του. Άλλωστε, εκτός από το γεγονός ότι ο «θρόνος» χωράει μόνο έναν, κατέστησε σαφές ότι θα έχουν θέση στην ιστορία μόνο εάν το επιθυμεί ο ίδιος – διαφορετικά, θα θαφτούν στη λήθη.

Το στοίχημα παραμένει ανοιχτό

Όλα αυτά, όμως, δεν επαρκούν. Πολύ απλά, διότι υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον Μάο και τον Σι: Ο πρώτος έχει συνδέσει το όνομά του με μια μεγάλη στρατιωτική και πολιτική νίκη, που οδήγησε στη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, το 1949. Κι αυτό, επί της ουσίας, τον «διέσωσε» παρά το ναυάγιο και την τραγωδία της Πολιτιστικής Επανάστασης.

Για τον δεύτερο, όμως, το στοίχημα είναι ανοιχτό. Πρακτικά, καλείται να αποδείξει ότι η άλλοτε ταπεινή, καταφρονεμένη και φτωχή χώρα είναι σήμερα μια παγκόσμια υπερδύναμη, με οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ισχύ που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν – και πρωτίστως από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η κατάληξη δεν είναι δεδομένη. Κάθε άλλο, μάλιστα.

Η οικονομική επιβράδυνση

Από τη μία, η επιβράδυνση της οικονομίας – το ΑΕΠ στο τρίτο τρίμηνο αυξήθηκε με 3,9%, έναντι στόχου 5,5% – ενισχύει την εκτίμηση ότι η εποχή των «παχιών αγελάδων» έχει παρέλθει οριστικά, τόσο εξαιτίας των αλλεπάλληλων lockdown όσο και, κυρίως, εξαιτίας της έντασης του διεθνούς ανταγωνισμού, που υψώνει τείχη για τα κινεζικά προϊόντα στην παγκόσμια αγορά.

Πρακτικά, η Κίνα καλείται να μετασχηματίσει το οικονομικό της μοντέλο και να μετατραπεί από μια κατεξοχήν εξαγωγική χώρα σε μία διαφορετική, η οποία θα στηρίζεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στην εσωτερική αγορά και την κατανάλωση. Αυτό, ωστόσο, μόνο απλό δεν είναι, όπως μαρτυρά και η υπό κατάρρευση αγορά ακινήτων και τα προβλήματα στον τραπεζικό κλάδο.

Η πρόκληση της Ταϊβάν

Από την άλλη, βεβαίως, υπάρχει η ανοιχτή πληγή της Ταϊβάν. Κι εδώ πρέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους – όπως τα γνωρίζει ο Σι, έστω κι αν δεν τα θέτει με αυτόν τον τρόπο δημοσίως.

Πρακτικά, λοιπόν, εάν η Κίνα δεν καταφέρει να θέσει υπό τον έλεγχό της την Ταϊβάν μέσα στη διάρκεια της επόμενης πενταετίας, διακινδυνεύοντας ένα πόλεμο με την εμπλοκή και των ΗΠΑ (άρα και μία επώδυνη ήττα), τότε ο Σι δύσκολα θα μπορέσει να πείσει ότι είναι ο ηγέτης που επιθυμεί να γίνει.

Στην περίπτωση, αντιθέτως, που τα καταφέρει, τότε προφανώς θα διακηρύξει με τον πιο πανηγυρικό τρόπο ότι ουδείς μπορεί να σταθεί απέναντι στην ισχυρή και περήφανη Κίνα, τουλάχιστον στη γειτονιά της. Και ο ίδιος θα είναι σε θέση να σχεδιάσει την αποχώρησή του μετά βαΐων και κλάδων – χωρίς, πάντως, ούτε αυτό να εγγυάται πως η αλλαγή φρουράς θα γίνει το 2027.

Η μοίρα του «αυτοκράτορα»

Οι «αυτοκράτορες», εξάλλου, δεν συνηθίζουν να παραδίδουν τα σκήπτρα τους. Ειδικά εάν οι υπόλοιποι τους αντιμετωπίζουν ως επιτυχημένους. Συνήθως ανατρέπονται, όταν το όνομά τους συνδέεται με στρατηγικές αποτυχίες και τραγωδίες.

Είτε έτσι είτε αλλιώς, η επόμενη πενταετία θα είναι εξαιρετικά κρίσιμη. Τόσο για την Κίνα όσο και για ολόκληρο τον πλανήτη.

#np2022 #pdm2882

Μοιράστε το άρθρο

Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin
Μετάβαση στο περιεχόμενο